μυογαλή

μυογαλή
Γένος εντομοφάγων ζώων της οικογένειας των μυογαλιδών. Τα ζώα αυτά έχουν ογκώδες σώμα, μήκους 45 περίπου εκ., λαιμό κοντόχοντρο, μάτια μικρά και τρίχωμα κοντό και πυκνό. Το ρύγχος τους είναι σωληνοειδές και αποτελείται από δύο μακρόστενους χόνδρινους σωλήνες. Το γένος αυτό αριθμεί αρκετά είδη τα κυριότερα από τα οποία είναι η μ. η πυρηναϊκή, που ζει στους πρόποδες των Πυρηναίων και η μ. η μοσχοφόρος, η οποία αναδίδει έντονη μυρωδιά μοσχαριού και έχει όμορφο δέρμα, πολύτιμο για τον άνθρωπο.
* * *
μυογαλή, ἡ (Α)
βλ. μυγαλή.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • μυογαλίδιον — μυογαλίδιον, τὸ (Α) [μυογαλή] υποκορ. τού μυογαλῆ* …   Dictionary of Greek

  • MYGALE — pro Numine Athribitis. Strabo l. 17. ubi de Aegyptiis, Αἐτὸν Θηβαῖοι ῾τιμῶσἰ λέοντα δὲ Λεοντοπολίται αἶγα δὲ καὶ τράγον Μενδήσιοι μυγάλην δὲ Α᾿θριβῖται ἄλλοι δ᾿ ἄλλο τί. Aquilam Thebani (colunt) leonem Leontopolitani, capr am et hircum Mendesii,… …   Hofmann J. Lexicon universale

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”